Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

«ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΚΟΗΣ. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ».


από Ειρήνη Τύμπα
Λογοθεραπεύτρια- Απόφοιτος Πιστοποιημένων Προγραμμάτων Ειδικής Αγωγής του NEW YORK COLLEGE


Η απώλεια ακοής στα πρώτα χρόνια της ζωής προκαλεί προβλήματα στον προφορικό λόγο. Βέβαια το κατά πόσο μεγάλες θα είναι οι΄δυσκολίες στην επικοινωνία παίζει ρόλο και η νοημοσύνη του ατόμου, ο ψυχισμός του, αλλά και ο πολιτισμικός και κοινωνικός του περίγυρος. Το ποσοστό για την παιδική βαρηκοïα ανέρχεται περίπου στο 1%. Η πιο συνηθισμένη μορφή βαρηκοïας είναι η βαρηκοïα αντιλήψεως. Η βλάβη σε αυτή την βαρηκοïα εντοπίζεται στο έσω ου και στο ακουστικό νεύρο μέχρι την είσοδο του στο Κ. Ν. Σ. (Κεντρικό Νευρικό Σύστημα). Βέβαια υπάρχουν και άλλες μορφές βαρηκοïας όπως :
1. βαρηκοïα αγωγιμότητας
2. βαρηκοïα αντιλήψεως
3. βαρηκοïα μικτού τύπου
                  κ’
4. βαρηκοïα κεντρικού τύπου.

Η βαρηκοïα έχει διάφορες διαβαθμίσεις. Αυτές οι διαβαθμίσεις είναι ο λεγόμενος βαθμός βαρηκοïας ο οποίος διακρίνεται σε :

1. Ελαφριά. Ο βαθμός της είναι 20 - 40 db  και έτσι το άτομο μπορεί να την ομιλία μέσα σε φυσιολογικά χρονικά όρια. Αυτό δηλώνει ότι πρόκειται για βαρηκοïα αγωγιμότητας και εμφανίζεται σε παιδιά που πάσχουν από υπερτροφία αδενοειδών με συχνές εκκριτικές ωττίτιδες. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η ακοή του παιδιού ήταν φυσιολογική. Μετά όμως το παιδί αρχίζει να ζητάει την επανάληψη λέξεων, φράσεων ή άκομα και των ερωτήσεων. Μιλάει πιο δυνατά, αρχίζει να αυξάνει την ένταση στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο και αρκετές φορές δείχνει αφηρημένο.

2. Μέτρια. Ο βαθμός της βαρηκοïας κυμαίνεται από 40 - 70 db και αφορά όλες τις συχνότητες. Αν η βλάβη είναι συγγενής ή έχει παρουσιαστεί πριν από την εκμάθηση της ομιλίας τότε το παιδί αργεί να μιλήσει. Όταν το παιδί μιλήσει θα κάνει λάθη κυρίως στην άρθρωση.

3. Μεγάλου βαθμού. Ο βαθμός βαρηκοïας κυμαίνεται ανάμεσα 70 - 90 db και αφορά σχεδόν όλες τις συχνότητες. Το παι΄δι παρουσιάζει προβλήματα στη διακριτική ικανότητα. Αν παρουσιαστεί πριν την ηλικία των 6 - 8 ετών πέρα από τις δυσκολίες στην ομιλία, θα προκληθούν προβλήματα στο χαρακτήρα, στην ευφυïα και στη ψυχοσωματική ανάπτυξη. Αν η βαρηκοïα εμφανιστεί στο παιδί μετά το 8ο έτος, τα προβλήματα έχουν κυρίως σχέση με την αποκωδικοποίηση. Οι ανωμαλίες στην ομιλία αφορούν στη μελωδία, στο ύψος του τόνου, στην ένταση και τη χροιά  της φωνής. Εκτός αυτού επηρρεάζεται και ο γραπτός λόγος.

Η βαρηκοïα μπορεί να είναι κληρονομική, οικογενειακού τύπου, συγγενής επίκτητη ή μη (προγεννητική, περιγεννητική, γεννητική και μεταγεννητική).

Για την ανάπτυξη του προφορικού λόγου και την εκπαιδευτική πορεία χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις. Αρχικά να αφυπνιστεί και στη συνέχεια να εξελιχθεί μέσα στα όρια των φυσιολογικών δυνατοτήτων η ακουστική προσοχή. Το παιδί αρχίζει να μαθαίνει να ακούει και επίσης μαθαίνει να στηρίζεται και στα ακουστικά του εκτός από τη χειλανάγνωση που είναι μία πολύ σημαντική βοήθεια. Έτσι η εκμάθηση  και η ανάπτυξη του προφορικού λόγου γίνεται με πιο φυσικό τρόπο. Βέβαια εξασκείται και η ακουστική αντίληψη. Δηλαδή ο προσανατολισμός σε σχέση με τον ήχο, η αναγνώριση της ακουστικής πηγής και η διάκριση του ήχου. Στα παιδιά μικρής ηλικίας γίνεται η παρέμβαση με το λεγόμενο ακουστικό παιχνίδι. Για την εκτέλεση του παιχνιδιού χρησιμοποιούνται ήχοι καθημερινοί όπως ο ήχος του αυτοκινήτου, μηχανών κ.α.


Η χειλανάγνωση είναι μία πάρα πολύ χρήσιμη μέθοδος για βαρήκοα άτομα γιατί μπορούν να καταλάβουν καλύτερα ένα προφορικό μήνυμα. Αυτό συμβαίνει αφού έχει γίνει η εκμάθηση της προφορικής παραγωγής των ήχων.

 Η άρθρωση είναι ένας από τους βασικότερους στόχους του προγράμματος αποκατάστασης ενός βαρήκοου ατόμου.
Η επικοινωνία του ατόμου θα αναπτυχθεί καλύτερα αν αρχίσει νωρίς η βελτίωση της άρθρωσης. Για να συμβεί κάτι τέτοιο όμως πρέπει πρώτα να έχει εξασκηθεί στο επίπεδο της οπτικής αντίληψης, διάκρισης και μνήμης, αλλά και να έχει αποκτήσει τον έλεγχο της παραγωγής του αέρα και της κίνησης των αρθρωτικών του οργάνων. Όταν καταφέρει να τοποθετήσει τους αρθρωτές του στη σωστή θέση και παράγει ορθά το φώνημα τότε αρχίζει η διαδικασία αυτοματοποίησης του φωνήματος.

Κατά την διαδικασία του αυθόρμητου λόγου στόχος είναι και η σύνθεση της κάθε πρότασης, η μορφολογία, η σημασιολογία και η πραγματολογία. Φυσικά ένας ακόμη στόχος είναι η βελτίωση της αναπνοής και του τονισμού των λέξεων, αλλά και των προτάσεων. Με τον σωστό τονισμό των λέξεων, αλλά κυριότερα των προτάσεων βελτιώνεται η εκφραστικότητα του παιδιού.

Αυτό είναι ένας βραχυπρόθεσμος στόχος στη λογοθεραπευτική παρέμβαση που δε σημαίνει ότι δεν είναι και απαραίτητος για τη βελτίωση του προφορικού λόγου, αφού μέσω του τονισμού μπορεί το άτομο να εκφράσει απορία, θαυμασμό, ερώτηση ή ακόμα και δισταγμό.